κολλυβογράμματα

κολλυβογράμματα
τα
1. στοιχειώδεις γνώσεις ανάγνωσης και γραφής
2. μικρά και δυσανάγνωστα γράμματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κολοβός + γράμματα, με παρετυμολογική επίδραση τής λ. κόλλυβα].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • κολλυβογράμματα — τα στοιχειώδης γνώση ανάγνωσης και γραφής: Έμαθε κι αυτός λίγα κολλυβογράμματα και μας κάνει το μορφωμένο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κουτσογράμματα — τα ανεπαρκείς γνώσεις, κολλυβογράμματα. [ΕΤΥΜΟΛ. < κουτσο * + γράμματα] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”